Strong's Exhaustive Concordance partaking withFrom sun and metochos; a co-participant -- partaker. see GREEK sun see GREEK metochos Forms and Transliterations συμμέτοχα συμμέτοχοι σύμμετρον συμμιγείς συμμιγήσονται σύμμικτοί σύμμικτον σύμμικτόν συμμικτός σύμμικτός συμμίκτου συμμίκτους συμμίκτω συμμίκτων συμμίξη συνεμίγη συνέμιξαν συνμετοχα συνμέτοχα συνμετοχοι συνμέτοχοι summetocha summetochoi symmetocha symmétocha symmetochoi symmétochoiLinks Interlinear Greek • Interlinear Hebrew • Strong's Numbers • Englishman's Greek Concordance • Englishman's Hebrew Concordance • Parallel Texts |