245. allotrios
Strong's Exhaustive Concordance
alien, another man's, stranger.

From allos; another's, i.e. Not one's own; by extension foreign, not akin, hostile -- alien, (an-)other (man's, men's), strange(-r).

see GREEK allos

Forms and Transliterations
αλλοτρια αλλοτρία αλλότρια ἀλλοτρίᾳ αλλότριαι αλλοτριαις αλλοτρίαις ἀλλοτρίαις αλλοτριαν αλλοτρίαν ἀλλοτρίαν αλλοτρίας αλλότριοι αλλοτριοις αλλοτρίοις ἀλλοτρίοις αλλοτριον αλλότριον ἀλλότριον αλλότριος αλλοτρίου αλλοτρίους αλλοτριω αλλοτρίω ἀλλοτρίῳ αλλοτριων αλλοτρίων ἀλλοτρίων αλλοτρίως αλλοτριώσεως αλλοτρίωσιν αλλόφυλον ηλλοτριούτο allotria allotríāi allotriais allotríais allotrian allotrían allotrio allotriō allotríoi allotríōi allotriois allotríois allotrion allotriōn allotríon allotríōn allótrion
Links
Interlinear GreekInterlinear HebrewStrong's NumbersEnglishman's Greek ConcordanceEnglishman's Hebrew ConcordanceParallel Texts
244
Top of Page
Top of Page